-
1 ἀχανής
A not opening the mouth, of one mute with astonishment, Hegesipp.Com.1.25, Plb.7.17.5, Luc.Icar.23, Alciphr. 3.20; also δι' ἀχανοῦς through a narrow opening, Thphr.Vent.29.II yawning,κρημνός Timae. 28
;χάσμα AP9.423
([place name] Bianor), J.AJ7.10.2; without a lid, Hero Aut.28.4; wide-mouthed,τεῦχος Diocl.
ap. Orib. 5.4.2, cf. Antyll.ib.44.8.12; open,ἀ. καὶ ἀνώροφος νεώς D.C.37.17
; open, unoccupied, of building land, POxy.1702.3 (iii A. D.);χάσμα Parm.1.18
; , cf. Lyr.Anon.in PFay. 2ii20; the yawning gulf,Arist.
Mete. 367a19;ἡ ἀ. χώρα Ph.1.7
; ἀχανές· τὸ μὴ ἔχον στέγην.. ἐπὶ τοῦ λαβυρίνθου, S.Fr. 1030;ὄψει πάντα ἀχανῆ PMag.Par.1.1107
.
См. также в других словарях:
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek